Ο Μάνης

Προσοχή: Όποιος λύσει το προβλημα θα έχει δώρο  βιβλία από το συγγραφεα.

Κοντά στο παλιό δυτικό λιμάνι της Αρχαίας Κορίνθου που σήμερα είναι ένας γραφικός οικισμός με εντυπωσιακά ξενοδοχεία και πολυτελείς κατοικίες, υπήρχε παλιότερα μια ταβέρνα στην ακρογιαλιά της ωραίας θάλασσας, πάνω στο κύμα.

Ιδιοκτήτης της ήταν ο Μάνης, ο Χρόνης κατά κόσμο. Το λέω αυτό γιατί το Μάνης ήταν το προσωνύμιο ή παρατσούκλι του . Κάποιος φίλος του από παλιά του έδωσε το όνομα του υπηρέτη του Διογένη  και το δεχτικε σαν τιμητικό προσωνύμιο και όχι σαν παρατσούκλι.

Είχε περάσει τα εξήντα χρόνια και ξεχάστηκε ανύμφευτος όπως έλεγε. Μιλούσε  σχεδόν με αδιαφορία για θέματα της καθημερινότητας. Το μόνο που τον απασχολούσε  που τον συνέπαιρνε στην κυριολεξία ήταν να μιλά για το απόμακρο παρελθόν του τόπου του. Για το τότε. Εκείνο το μακρινό τότε. Τον καιρό που ήταν αρχόντισσα η Κόρινθος και είχε τα πάντα καθώς λένε και τον Διογένη!!

Από τα έσοδα της ταβέρνα του ζούσε ο Μάνης καθώς και οι δύο βοηθοί του. Ένα προκομμένο νεαρό ανδρόγυνο που η γυναίκα ήταν βαφτισιμιά του.

Το ζευγάρι είχε όλη την ευθύνη για τη λειτουργία της ταβέρνας κάτω από την χαλαρή επίβλεψη του Μάνη. Δεν χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια για να πάνε καλά οι δουλείες της ταβέρνας γιατί είχε τρία πλεονεκτήματα που την έκαναν περιζήτητη. Το πρώτο ήταν το μενού με τα λίγα σε αριθμό αλλά παραδοσιακά φαγητά που πρόσφερε. Το δεύτερο ήταν ότι λειτουργούσε μόνο τους ζεστούς μήνες από τον Μάη μέχρι τον Σεπτέμβρη και το τρίτο και σημαντικότερο ήταν η γραφική παρουσία του Μάνη που πάντα ήταν πρόθυμος να ακούσει ή να διηγηθεί κάτι. Αυτά κυρίως άρεσαν πολύ στον κόσμο. .

Ο Μάνης δούλευε λίγο, συγκεκριμένα τακτοποιούσε τα προκαταρτικά στα τραπέζια και έκανε το λογαριασμό, όλα τα άλλα τα έκανε το ζευγάρι. Τον άλλο χρόνο ο Μάνης έπιανε συζήτηση με τους πελάτες που τον καλούσαν στα τραπέζια τους για να ακούσουν από το στόμα του νέες ιστορίες, πάντα για τα μεγαλεία της παλιάς Κορίνθου και κυρίως για τον Διογένη.

Ο Μάνης, λένε, ο ίδιος δεν θέλει να λέεί γι αυτό- ότι σπούδαζε φιλόλογος και σύμφωνα με αυτά που ίσχυαν τότε περίμενε να έρθει ο διορισμός του. Είχε άριστο βαθμό καθώς λένε. Οι πολιτικοί μας, όμως, για να γίνουν αγαπητοί στον κόσμο ίδρυσαν σε κάθε μέρος της πατρίδας μας και από ένα πανεπιστήμιο που όλα παρήγαγαν πάρα πολλούς επιστήμονες. Έτσι ο διορισμό του Μάνη θα γινόταν, σύμφωνα με τους πιο αισιόδοξους υπολογισμούς όταν ο Μάνης θα έφτανε σε βαθιά…. γεράματα. Το γεγονός αυτό και άλλες αντίξοες συνθήκες τον ξεστράτισαν από το βασικό στόχο του. Μη μπορώντας να ισορροπήσει με όλα αυτά απόκτησε μια ελαφρά συναισθηματική αστάθεια. Για να βιοποριστεί ο Μάνης ασχολήθηκε με διάφορες χειρονακτικές εργασίες έως ότου καταλήξει ιδιότυπος ταβερνιάρης. ¨

 

Θαύμαζε πολύ την θυμοσοφία του Διογένη και την κοφτερή γλώσσα του με τα φαρμακερά υπονοούμενά της. Μιλούσε για τον Διογένη σαν να είναι «φίλος» του και «γείτονά» του και έλεγε στα σοβαρά με μειδίαμα που τον πρόδιδε ότι επισκεπτόταν τα βράδια τακτικά τον Διογένη στο πιθάρι του, εδώ πιο κάτω στον αρχαίο δίολκο και μάθαινε από εκείνον ιστορίες άγνωστες.

Ήταν αγαπητός ο Μάνης στον κόσμο και πήγαιναν στην ταβέρνα για να συζητήσουν μαζί του και να ακούσουν τις φανταστικές ιστορίες που έπλαθε, και να γευτούν το ειδικό μενού, που ήταν πάντα νόστιμο.

Ήταν κοντολογίς ένας καλός ταβερνιάρης, χωρατατζής και παραμυθάς με διάθεση να πειράζει όταν του δινόταν ευκαιρία.

 

Εκεί μας πήγε ένα βράδυ ο κορίνθιος φίλος μας που γνώριζε καλά τον Μάνη και την ταβέρνα του, για να φάμε και να ακούσουμε κάποια από τις ιστορίες που έπλαθε για την αρχαία Κόρινθο.

Μας καλωσόρισε και έδειχνε να γνωρίσει ποιοι είμαστε πράγμα που φανέρωνε ότι ο φίλος μας ο κορίνθιος θα τον είχε ενημερώσει. Μας πρότεινε για φαγητό βακαλάο με χόρτα ψημένα σε λαδόκολλα και ψωμί ψητό στα κάρβουνα, τίποτε άλλο. Αρκούν αυτά είπε. Κρασί, μας σύστησε να πιούμε άσπρο και νερωμένο- ένα προς ένα.- Τα δεχτήκαμε όλα ευχάριστα,

-Να πίνετε με τάξη όπως οι παλιοί για να συζητάμε αμέθυστοι μας είπε.

Με τέτοιο μενού και τέτοιες συμβουλές για το κρασί δημιουργήθηκε κατάλληλο κλίμα για συζήτηση γεγονός που αξιοποίησε ο Μάνης και αμέσως σχεδόν όταν τελειώναμε το φαγητό ήρθε ακάλεστος και γελαστός στο τραπέζι μας.

Χαρήκαμε όλοι και παρακαθίσαμε για να του κάνουμε χώρο να καθίσει.

 

-Μάθαμε ότι λέτε καλά λόγια για τον Διογένη του είπε με διάθεση να τον προκαλέσει η Θάλεια η θεσσαλονικιά αρχαιολόγος της συντροφιάς μας.

-Μα ο Διογένης πάντα καλά και χρήσιμα λόγια έλεγε της απάντησε.

 

-Και όμως, του είπε, στον Αλέξανδρο τον Μέγα, τόνισε το μέγα η Θάλεια, έδειξε αγένεια όταν τον επισκέφτηκε στην Κόρινθο.

Κάτι πήγε να πει ο Μάνης μα η Θάλεια συνέχισε.

-Επίσης έβρισε χυδαία και άλλη φορά τον Μέγα Αλέξανδρο με αφορμή μια επιστολή που έστειλε στον Αντίπατρο.

-Σιγά- σιγά, εσύ άρχισες να με πυροβολείς με «δίζυγο πυρ», είπε ο Μάνης!!

Γέλασαν και κάποιος ρώτησε:

-Τί σημαίνει δίζυγο πυρ;

-Να ρωτήσετε τον Μέγα Κολοκοτρώνη εγώ τώρα έχω πόλεμο με τη Θάλεια!

Ευθύμησε η παρέα και η Θάλεια του είπε: κύριε Μάνη…

Ο Μάνης την σταμάτησε και της είπε :Άσε το κύριε Μάνη, σκέτο Μάνη, να με λες

Γέλασε η Θάλεια και συνέχισε.

-Μάνη, αλήθεια λες, πόλεμο ανοίξαμε μεταξύ μας και θα τον χάσεις, ελπίζω

-Εμείς εδώ ,Θάλεια, δεν πολεμάμε για να νικήσουμε αλλά πολεμάμε για να κατανοήσουμε.

-Μα ήταν αγενής και υβριστής, ο Διογένης προς τον Μέγα Αλέξανδρο, Μάνη!

-Θάλεια, αγένεια ο Διογένης δεν έδειξε σε κανέναν! Τις απαντήσεις του παρανοούσαν οι άνθρωποι!

-Γνωρίζεις, Μάνη, τον διάλογο που έγινε μεταξύ τους είπε η Θάλεια;

-Τον γνωρίζω αλλά ας τον ακούσουν και οι φίλοι σου και όλοι μαζί να κρίνουμε της είπε ήρεμα.

-Οι δύο διάλογοι είπε η Θάλεια έχουν ως εξής:

-Καλύτερα να ακούσουμε ξεχωριστά έναν-έναν την διέκοψε.

Συμφώνησε η Θάλεια και περιέγραψε μόνο τον πρώτο διάλογο ως εξής:

-«Είμαι ο Βασιλεύς Αλέξανδρος».

– «Και εγώ είμαι ο Διογένης ο Κύων.

–«Τί χάρη θέλεις να σου κάνω»

–«Αποσκότησων με»

-Δεν έχουν αυτά τα λόγια αγένεια και δεν είναι αταίριαστα να τα λέει στον Μέγα Αλέξανδρο ο Διογένης είπε με τόνο η Θάλεια.

-Θάλεια είπε ήρεμα ο Μάνης, ο Αλέξανδρος μας άφησε δόξα και πρέπει να μιλάμε τώρα εμείς με σεβασμό, αλλά ο Διογένης είναι φιλόσοφος και μιλά με αλήθειες για την αλήθεια που πιστεύει ή σιωπά. Ο Διογένης τα μεγαλειώδη έργα του Αλεξάνδρου δεν τα εκτιμούσε ως μεγαλειώδη. Θα σου εξηγήσω γιατί το λέω.

-Να ακούσω.

-Είπε μια άλλη φορά ο Διογένης στον Αλέξανδρο, ότι:« Αν κατακτήσεις όλη την οικουμένη και δεν ωφελήσεις το σύνολο του κόσμου δεν είσαι καλός»

Ο Διογένης ήταν ευθύς και ειλικρινής και μιλούσε με συγκαλυμμένο λογο βέβαια, γιατί είχε να κάνει με βασιλιά που ασκούσε την εξουσία του απόλυτα και ανεξέλικτα, αφού δεν λογοδοτούσε σε κανέναν. Οι έλληνες, Θάλεια, είχαν υποδουλωθεί από τον Αλέξανδρο δεν υπήρχε η δημοκρατία που έκτιζε η Ελλάδα σιγά-σιγά, ήδη από τα χρόνια του Ομήρου. Είχαν απομακρύνει οι Έλληνες τους βασιλιάδες εδώ και 600 χρόνια από το προσκήνιο της ιστορίας, καθώς και τους απρόβλεπτους τύραννους.

Τους Ανθέμιο και Αριστογείτονα τους τιμούσαν σαν ισόθεους και τους ονόμασαν τυραννοκτόνους επειδή σκότωσαν τον Ιππία που ασκούσε εξουσία ανεξέλεγκτος.

-Μα η Σπάρτη είχε δυο βασιλιάδες, Μάνη δεν το ξέρεις;

-Είχε μεν δύο βασιλιάδες η Σπάρτη αλλά είχε δε και πέντε πανίσχυρους εφόρους που τους έλεγχαν αυστηρά και περιόριζαν στο ελάχιστο την εξουσία τους. Γι αυτό είχε και δύο βασιλιάδες, πολεμιστές στην ουσία.

-Σωστά τα λες ήταν αποδυναμωμένοι είπε συμφωνώντας η Θάλεια.

-Με τέτοια παράδοση που έχουν οι έλληνες βλέπουν τώρα ένα Αλέξανδρο, έναν νέο είκοσι δύο χρόνων Βασιλιά και πανίσχυρο στρατοκράτη. Δεν τολμούσε να μιλήσει ευθέως ο Διογένης παρά μόνο με πλάγιο και διφορούμενο λογο στον Αλέξανδρο, όταν εκείνος του λέει «ζήτα μου τι θες να σου χαρίσω». του απάντησε με το περίφημο «αποσκότησών με»

Που κατά κυριολεξία σημαίνει «βγάλε με από το σκοτάδι». Αυτό ζήτησε ο Διογένης ευγενέστατα και προσεκτικά όσο μπορούσε

Που ερμηνεύεται με δύο τρόπους.

1ος  «βγάλε με από το σκοτάδι» που ζω, την άγνοια των πραγμάτων

2ος «βγάλε με από το σκοτάδι» που με γέμισε ο ίσκιος σου.

Ο Διογένης ήταν κυνικός φιλόσοφος που σημαίνει ότι είναι απλούστατος ο τρόπος διαβίωσή του και επιθετικός ο φιλοσοφικός του λόγος σε ότι δεν συνάδει με το μέτρο της απλότητας.

Ο επιθετικός λόγος δεν αρέσει και δημιουργεί εχθρούς. Έτσι ο Διογένης δεν μιλά ευθέως αλλά με συγκαλυμμένο λογο ή έξυπνα υπονοούμενα και με αστεϊσμούς. Χρησιμοποιούσε το λογοπαίγνιο και την χωρίς όρια  αθυροστομία του για να «δαγκώνει» τους ανθρώπους με σκοπό να τους διορθώσει. ,Αυτή ήταν μια επιλεγμένη στρατηγική από τους  κυνικούς φιλοσόφους.

Με το παραπάνω «αποσκότησών με» ο Διογένης εννοεί «βγάλε με από το σκοτάδι» που σημαίνει μέριασε στην άκρη γιατί εσύ δεν έχεις τίποτα για να δώσεις στον Διογένη παρά μόνο τον ήλιο που του στέρησες σαν έκατσες μπροστά του.

Και συνέχισε ο Μάνης.

-Θα του έλεγε ακόμη του Αλέξανδρου ,αν τολμούσε: «Σε λένε Μέγα. αλλά δεν το πιστεύουν και ούτε σε αγαπούν οι κόλακες, οι συκοφάντες και οι υπονομευτές που σε περιβάλλουν.

-Μα τι είναι αυτά Μάνη, τον διέκοψε η Θάλεια. Ο Αλέξανδρος περιβαλλόταν από ανθρώπους που τον λάτρευαν!!

-Θάλεια .θα σου απαντήσω ερωτώντας εσένα: Τον Κλείτο, τον σπουδαίο Παρμενίωνα, τον γιο του Παρμενίωνα τον Φιλώτα, τον Καλλισθένη τον επίσημο ιστοριογράφο του, που έγραφε το ημερολόγιο της εκστρατείας του, τα παιδιά επιφανών οικογενειών (τον Ερμόλαο τον Σώστρατο τον Αντίπατρο τον Επιμένη. Πιστεύεις, Θάλεια, ότι τους σκότωσε επειδή τον υπονόμευαν ή επειδή τον λάτρευαν όπως είπες;

-Αυτοί ήταν λίγοι είπε η Θάλεια

-θα πω και για όλους τους άλλους!

-Να ακούσω!

-Σαν πέθανε ο Αλέξανδρος τριάντα τριών ετών και βρήκαν ευκαιρία οι συμπολεμιστές του, δεν γνωρίζεις ότι κατακρεούργησαν την μάνα του την Ολυμπιάδα, την γυναίκα του τη Ρωξάνη, τον δωδεκάχρονο γιο του και εξαφάνισαν από προσώπου γης το νεκρό σώμα του ιδίου του Αλεξάνδρου, έτσι που να μην γνωρίζουμε που είναι ο τάφος του; Όλα  αυτά δείχνουν ότι τον λάτρευαν;

Η Θάλεια άκουγε σιωπηλή.

-Ο Διογένης ,Θάλεια, προσπάθησε να διδάξει τον Αλέξανδρο ταπεινότητα. Δεν πιστεύω να θεωρείς ότι με το «αποσκότησών με» εννοούσε: «βγάλε με από το σκοτάδι που ζω». Που σημαίνει: «Αλέξανδρε, φώτισέ με έμενα τον Διογένη να βρω το σωστό νόημα της ζωής». Για όνομα του θεού μη μου πεις ότι αυτό εννοούσε, γιατί θα απαρνηθώ τον Διογένη είπε με έξαψη ο Μάνης!!

Όλοι γέλασαν με την απειλή του Μάνη.

-Ακριβολόγος, Θάλεια μου, ήταν ο Διογένης, ευγενής και διδακτικός.

 

-Εντάξει, Μάνη, ας παραδεχτό ότι στην περίπτωση αυτή ήταν διδακτικός ο λόγος του Διογένη ,αλλού όμως έδειξε  αγένεια στον Αλέξανδρο.

-Που αλλού

-Να! Όταν κάποτε έστειλε ο Αλέξανδρος μια επιστολή στον Αντίπατρο με κάποιο αξιωματούχο του που το όνομά του ήταν Άθλιος, ο Διογένης σχολίασε με χυδαίο τρόπο  το γεγονός και απεκάλεσε τον Μέγα Αλέξανδρο Άθλιο!!!.

-Τι είπε ακριβώς, Θάλεια, ο Διογένης; Λέγε να το ακούσουν όλοι.

-Είπε ο Διογένης:: «Ο Άθλιος στέλνει με έναν Άθλιο μια Αθλία επιστολή στον Άθλιο»

-Και πιστεύεις ότι τους βρίζει όλους;

-Όλους και περισσότερο τον Αλέξανδρο;

-Κατ αρχήν για τον αξιωματούχο δεν μπορούμε να πούμε ότι τον βρύζει γιατί το όνομά του είναι πράγματι Άθλιος και οι γονείς του θα το διάλεξαν αυτό το όνομα για να τιμήσουν το παιδί τους και όχι να το βρίσουν. Συμφωνείς, Θάλεια ‘ότι στην περίπτωση αυτή το άθλιος είναι τιμητικός τίτλος;

-Συμφωνώ.

-Γιατί τότε θεωρείς, ότι το Άθλιος που λέει για τον Αλέξανδρο και τον Κάσσανδρο να είναι βρισιά;.

Μα για να τους βρίσει το λέει είπε η Θάλεια.

-Άθλιος, Θάλεια, σημαίνει αγωνιστής αξιέπαινος άνθρωπος γι αυτό και έδιναν αυτό το όνομα ως «βαφτιστικό» οι τότε γονείς στα παιδιά τους.

-Μα ο Διογένης το λέει για να ταπεινώσει τον Κάσσανδρο και κυρίως τον Αλέξανδρο!

-Ασφαλώς, Θάλεια έχει πρόθεση να τους ταπεινώσει αλλά χωρίς να γίνει αγενής

-Πως γίνεται αυτό

-Τότε η λέξη άθλιος δεν σήμαινε αυτό που ακριβώς σημαίνει σήμερα, δηλαδή παλιάνθρωπος. Τότε η λέξη σήμαινε μεν αγωνιστής, αλλά σήμαινε και «αξιολύπητος» επειδή ο αθλητής έκανε έντονη προσπάθεια και προκαλούσαν λύπη στον κόσμου οι κόποι του. Σήμερα η λέξη άθλιος έχει τόσο κακή σημασία που κανένας Έλληνας δεν δίνει αυτό το όνομα στο παιδί  του. ,όπως επίσης και κανένας Έλληνας γονιός δεν δίνει το όνομα «Εφιάλτης» στο παιδί του, αν και παλιά η λέξη Εφιάλτης σήμαινε τον γενναίο «καστροχαλαστή».

-Συμφωνείς μέχρι εδώ Θάλεια;

-Σύμφωνο. Συνέχισε να δω που θα καταλήξεις.

-Όπως, βέβαια και κανένας γονιός Έλληνας δεν δίνει στο παιδί του το όνομα Ιμπραήμ ή Μωυσής γιατί τα έχει συνθέσει με πικρές και μαύρες αναμνήσεις!!

-Συμφωνείς και σε αυτά  Θάλεια;

-Συνέχισε γιατί με «αυτά» θα ανοίξουμε μεγάλη κουβέντα

-Να ανοίξουμε, Θάλεια, χρόνο έχουμε είπε ο Μάνης.

-Μάνη, λέγε τώρα τι εννοούσε με το άθλιος ο Διογένης και τα «αυτά» άλλη φορά!!!

-Ο Διογένης λέγοντας «άθλιος» γνώριζε ότι μπορούσε να σημαίνει και «αξιόλογος» αλλά και «αξιολύπητος»  Για να μην εκτεθεί και κυρίως για να μην κινδυνεύει άφησε τον κόσμο να εννοεί ό,τι θέλει με τη λέξη άθλιος. Φυσικά ο κόσμος χαιρόταν που έστω και εμμέσως τους αποκαλούσε άθλιος δηλαδή αξιολύπητους!!

-Ώστε δεν ήταν αγενής;

– Όχι! Αγενής είναι εκείνος που απροκάλυπτα προσβάλει κάποιον.

Άλλωστε συμπλήρωσε ο Μάνης, εγώ πιστεύω ότι αυτοί οι διάλογοι δεν έγιναν ποτέ στην πραγματικότητα. Τους έπλασαν οι άνθρωποι και επειδή δεν τολμούσαν να τους πουν οι ίδιοι από φόβο, τα απέδωσαν στον κυνικό Διογένη τον εθισμένο σε αθυροστομίες αστεϊσμούς και οξύτατες κριτικές.

-Σχεδόν τον αθώωσες τον Διογένη Μάνη, του είπε κάποιος από μας ,να δούμε τώρα τι θα κάνεις και με το κατηγορητήριο του Πλάτωνα.

-Γιατί; έχει παράπονα και ο Πλάτωνας είπε γελώντας ο Μάνης.

-Πολλά! Ο Διογένης μιλούσε ειρωνικά και περιφρονητικά για τον Πλάτωνα

-Εσείς πιάσατε μάχη μαζί μου τελείως άοπλοι μου φαίνεται! είπε ο Μάνης σε όλους της παρέας μας.

-Γιατί, Μάνη, δεν είναι, ούτε αυτά, αληθινά;

– Εσύ νομίζεις ότι έπρεπε να μένει σιωπηλός ο Διογένης σε πράξεις και λόγους του Πλάτωνα που ήταν εξωφρενικά αντίθετα με κάθε φιλόσοφο;

Τι εννοείς;

-Θα σου απαντήσω σύντομα και θα κλείνουμε τον πόλεμο που ανοίξαμε για την αγένεια του Διογένη. Θέλω να σας πω κάτι ποιο ευχάριστα και ταιριαστά με τον Διογένη

-Λέγε πρώτα για τον Πλάτωνα και μετά μας λες τα ταιριαστά με το Διογένη.

-Σε τι θέλεις να απαντήσω;

-Σε τούτο, του είπε ένας από μας: Ο Πλάτωνας είδε τον Διογένη να γευματίζει μονάχα με ψωμί κι ελιές  και του λέει: «Αν είχες συναναστραφεί με τον Διονύσιο, δε θα έτρωγες τώρα ελιές». Ο Διογένης του απάντησε: «Αν έτρωγες ελιές ,Πλάτωνα, δεν θα χρειαζόταν να συναναστραφείς με τον Διονύσιο». Ο Διονύσιος ήταν τύραννος των Συρακουσών ο δε Πλάτων πήγε κοντά του προσπαθώντας να εφαρμόσει στην πράξη τις ιδέες

– Ο φιλόσοφος είπε ο Μάνης δεν πρέπει να συναγελάζεται με το κακό (γιατί ο τύραννος είναι κακό) και ούτε να λέει ψέματα

-Μα που λέει ψέματα ο Πλάτωνας; τον ρωτήσαμε .

-Δεν είναι  ψέμα ο μύθος του Ηρός που αναφέρει ο Πλάτωνας στο δέκατο βιβλίο της «Πολιτείας, στους στίχους614b-621d»

-Τι ψέμα λέει ο Μύθος αυτός

-Λέει ότι, τάχα, κάποιος, ο Ήρ συγκεκριμένα, πέθανε πήγε στον άλλο κόσμο, είδε εκεί τι γίνεται και μετά ξαναγύρισε πίσω  στη ζωή ο Ήρ και είπε στους ανθρώπους τι συμβαίνει εκεί κάτω ή εκεί επάνω. Οι δίκαιοι άνθρωποι επιβραβεύεται τόσο σ’ αυτόν τον κόσμο όσο και στον μεταθανάτιο, σε αντίθεση με τους άδικους και τους τυράννους οι οποίοι τιμωρούνται σκληρά εκεί.

– Καλά λόγια είναι αυτά και δίνουν παρηγοριά, Μάνη, μην τα λες ψέματα!

-Καλά λόγια μπορεί να είναι, αλλά δεν είναι αληθινά. Αυτά που αναφέρει ο μύθος του Ηρός τα ευχόμαστε να ισχύον ,είναι επιθυμίες μας δεν είναι αλήθειες, Είναι φτιασιδωμένα ψέματα με θεοκρατικές  αοριστολογίες και δεν πρέπει να μεταφέρονται με πλάγιο τρόπο σαν αληθινές. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι σήμερα που πιστεύουν ότι ο Πλάτωνας για να τα λέει αυτά κάτι ξέρει.

-Και είναι ψέματα αυτά;

-Κακάσχημα μάλιστα αν τα λέει φιλόσοφος!!!

-Είσαι αυστηρός με τον Πλάτωνα. Έχεις κάτι άλλο να πεις.

-Θέλω να τον επαινέσω που ξεκίνησε με την σοφή προϋπόθεση που έβαλε στη σχολή του  «Το αγεωμέτρητος μηδείς εισίτω μου την στεγη» που σημαίνει να μάθουμε να σκεφτόμαστε με λογικό τρόπο με βάση αυτό που είπε  και ο «σκοτεινός» ο Ηράκλειτος με τη λέξη «Αγχιβασίην»

-Γιατί τον λες σκοτεινό τον Ηράκλειτο;

-Δεν τον λέω εγώ μόνο αλλά και πολλοί άλλοι  και σωστά το λένε!

-Εξήγησε μας γιατί τον λες εσύ  σκοτεινό;

-Να για παράδειγμα ή παραπάνω λέξη που είπε ο Ηράκλειτος, η λέξη «Αγχιβασίην» είναι σκοτεινή και «ακαταλαβίστικη», Με αυτή τη λέξη ο Ηράκλειτος εννοεί ότι πρέπει να προσεγγίζουμε  (τα πράγματα) με αγωνιώδη αμφισβήτηση.. Δηλαδή να προσεγγίζουμε με γρηγοράδα για να βρούμε την αλήθεια αλλά να την αμφισβητούμε με αγωνία μήπως και παραπλανηθούμε κατά την αναζήτησή της.

-Ωραίο νόημα έχει η λέξη του, γιατί τον επικρίνεις γι αυτό;

-Μα ,Θάλεια μου, ο ελληνικός λόγος είχε περιγράψει ακριβώς το ίδιο με δυο πεντακάθαρες, κατανοητές, διαυγείς, και απλές λέξεις.

-Ποιες;

-Μα το «Σπεύδε βραδέως» .Θάλεια. Το ελληνικό πνεύμα χαρακτήριζε σοφία και τη σαφήνεια ή δεν συμφωνείς;

Ναι είναι ο αλήθεια! Έλεγαν «σοφόν το σαφές»

Θάλεια, παρασυρθήκαμε  από το σκοτεινό Ηράκλειτο και ξεχάσαμε τον Πλάτωνα

 

-Σωστά μόλις είχες αρχίσει να επαινείς τον Πλάτωνα, Μάνη.

-Όπου πρέπει, Θάλεια, θα τον επαινώ, γιατί ενώ προσπάθησε ο Πλάτωνας, από τη μια να μας συμβουλέψει να ψάχνουμε με προσοχή για την αλήθεια από την άλλη καταπιάστηκε με το μύθο που είπαμε και συναναστράφηκε με τους τυράννους

-Μάνη, φαίνεται ότι κάτι κακό βλέπεις στον Πλάτωνα και δεν το λες ευθέως

-Θα σας το πω αφού επιμένετε. Είναι δυνατόν ο Πλάτωνας ο φιλόσοφος να μιλεί στην πολιτεία του για ανθρώπους από χρυσό, από ασήμι και από σίδερο και να μην λέει λέξη για τα πλήθη τους δούλους, αυτούς τους μεταποιημένους ανθρώπους σε τενεκέδες που ηχούσαν γύρο του με οργή και μίσος το «ουαί υμιν»,

-Ήταν άλλες εποχές ,Μάνη, αυτές.

-Οι εποχές πάντα ίδιες ήταν, αλλά δεν εμπόδισαν τον Άγη και Κλεομένη ή τον Σπάρτακο ή το Χριστό να προσπαθήσουν!

-Μάνη, βλέπουμε υπερασπίζεσαι βασιλιάδες, επαναστάτες και θεούς!

-Οι κυνικοί αδιαφορούν για τίτλους επαινούν όποιους άγγιξαν τα «σεισάχθεια»

-Δεν νομίζω να έχεις κάτι άλλο για τον πλάτωνα, είπε η Θάλεια;

-Όχι, Θάλεια, εκτός ένα μικρό σχόλιο για τον γνωστό ορισμό που έχει σχέση και με το Διογένη

-Ποιον ορισμό;

-Προσπάθησε να δώσει ορισμό του άνθρωπου λες και ότι ο άνθρωπος είναι απλά ένα ον

Τι λέει ο ορισμός του;

-Ο άνθρωπος είναι ζώο δίποδο, άπτερο με πλατιά νύχια.

-Μα γιατί δεν είναι ένας καλός ορισμός για το όν, άνθρωπος;

-Ως προς το ον ναι, είναι ένα όν όμοιο με όλα τα άλλα όντα

-Σε τι διαφέρει ο άνθρωπος.

-Στην πνευματική του εξέλιξη που τον απομακρύνει από τα ζώα και από τον αρχικό εαυτό του.

Πως απομακρύνεται από τον εαυτό του;

-Αλλοτριώνεται όπως λένε στα πανεπιστήμια ο άνθρωπος,

-Τι είναι αλλοτρίωση

Η αποξένωση του ανθρώπου από τον ίδιο του τον παλιό εαυτό

-Ποιος τον αλλοτριώνει

-Η πνευματική του εξέλιξη. Οι άνθρωποι με τη γνώση που ανάπτυξαν επινόησαν και επιβάλουν ιδέες ψευδείς περί θεών και περί δικαιοσύνης  και περί άλλων και προσπαθούν να επιβάλουν τις εικασίες και φαντασιώσεις τους ως αλήθειες. Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι ένα θύμα του εαυτού του που προσπαθεί να ισορροπήσει μέσα σε μύρια ψέματα που τα αποδέχεται από συνήθεια ή από άγνοια ή από εξαναγκασμό.

-Ένα παράδειγμα, Μάνη, να καταλάβουμε όχι να λες λόγια σαν ποτάμι

 

-Να! Από όταν άρχισε να σκέπτεται ο άνθρωπος ψάχνει να απαντήσει στα ερωτήματα όπως: Πού είναι η αρχή των πάντων; Από πού ερχόμαστε; Που πάμε; Πόσο μεγάλο είναι το σύμπαν;.

-Και είναι κακό το ψάξιμο αυτών των ερωτηματικών;

-Το ψάξιμο όχι, αλλά το βιάσιμο να βρούμε απαντήσεις ει8ναι πολύ κακό!!!.

-Αν, Μάνη, είναι βιαστικές  και λανθασμένες οι απαντήσεις μας στα μεγάλα αυτά ερωτηματικά  ελπίζουμε στο μέλλον να βρούμε τις σωστές απαντήσεις!

-Αυτό αποκλείεται!!!

-Γιατί;

-Γιατί μας παραπλανά η λογική της σκέψης μας

-Πως το εννοείς

-Ο κάθε άνθρωπος μαθαίνει μια γνώση και μετά με βάση τη γνώση του αυτή, προσπαθεί να δημιουργήσει ή να ανακαλύψει μια νέα γνώση. αυτό λέγεται μεταγνωστική διαδικασία και το γνωρίζεται αυτό καλλίτερα από μένα.

-Έτσι ακριβώς προχωρεί η γνώση μας, Μάνη. Εσύ τί από όλα αυτά αμφισβητείς;

-Αμφισβητώ τις πρώτες, τις αρχικές μας γνώσεις που διδαχτήκαμε από τη φύση. Η φύση μας παραπλανεί. Αυτά που μαθαίνουμε από αυτή μας παραπλανούν.

-Ποια είναι αυτά

-Να για παράδειγμα το ότι δεν μας διδάσκει εμάς η φύση τη γνώση που διδάσκει στην καρέτα-καρέτα που έρχεται και γεννά τα καλοκαίρια εδώ στην παραλία τα αυγά της και εκείνα ξέρουν να ξενιτευτούν στα πλάτη της γης και πάλι να επιστρέψουν σαν τον Οδυσσέα, εδώ στο αρχικό τους ξεκίνημα.

Σταμάτησε λίγο και ρώτησε.

-Συμφωνείτε ότι αυτή τη γνώση, την ικανότητα, που έχει η χελώνα την έχει στερήσει η φύση από τον άνθρωπο.

-Συμφωνούμε του είπαμε ανόρεχτα.

-Πέρα από το ότι μας στέρησε η φύση από γνώσεις σαν αυτή της χελώνας ,μας παράσυρε η φύση να μάθουμε λάθος άλλα.

-Σαν ποια

-Μας ανάγκασε να παραδεχτούμε ότι υπάρχει το «άπειρο» και είναι άπιαστο. Μας ανάγκασε να παραδεχτούμε ότι υπάρχει αρχή και τέλος. Έννοιες ασυμβίβαστες που δεν τις χωρά ο νους μας έτσι που τον κακόμαθε με τα παραδείγματα που μας δείχνει η φύση, η δασκάλα μας η μοναδική δασκάλα μας

-Ποια παραδείγματα εννοείς μας δίδαξε

-Να! Βλέπουμε ότι όλα τα όντα γεννιούνται και πεθαίνουν, και συμπεραίνουμε ότι για όλα τα πράγματα θα υπάρχει αρχή και τέλος. Συμφωνείς;

-Συμφωνώ!

-Τότε ψάχνουμε να βρούμε την αρχή του χρόνου ή το τέλος ενός αριθμού με άπειρα ψηφία και βρισκόμαστε σε αμηχανία, γιατί εδώ δεν υπάρχει τέλος και αυτό το ονομάζουμε άπειρο. Μια έννοια που δεν είναι δυνατόν να κατανοήσουμε και μας τρομάζει.

-Τελικά που καταλήγεις Μάνη;

-Δεν καταλήγω πουθενά. μόνο υποψιάζομαι ότι σε κάποιο τέτοιο αδιέξοδο είχε έρθει ο Πλάτωνας όταν έπλασε το μύθο του σπηλαίου (αρχή του εβδόμου βιβλίου της Πολιτείας). και λέει αυτό που λέω παραπάνω ότι τα δεδομένα μας (αυτά που μας δείχνει η Φύση) είναι λίγα για να καταλάβουμε την αλήθεια για τον κόσμο.

-Τώρα βλέπω ότι τον μύθο του Πλάτωνα τον επικαλείσαι ενώ για τον μύθο του Ηρός τον επέκρινες

-Μα ο μύθος του Ηρός είναι ψέμα που λέει ο Ήρ και το αποδέχεται ο Πλάτωνας για να μας παρηγορήσει, ενώ ο μύθος του σπηλαίου είναι μια εικασία, μια υπόθεση που κάνει ο Πλάτωνας για να βγάλει τους ανθρώπους από τα αδιέξοδα, να δώσει μια υποθετική ερμηνεία στα πράγματα.

-Υποθετική;

Ασφαλώς υποθετική. Δεν συμφωνείς ότι ο μύθος είναι ένα παράδειγμα όχι αληθινό δείγμα;

-Έτσι φαίνεται.

-Δες όμως, καλή μου Θάλεια, ότι οι μεν σοφοί άνθρωποι, που γνωρίζουν τις ελλείψεις του νου τους, διστάζουν να απαντήσουν στα παραπάνω ερωτήματα, οι δε αφελείς που νομίζουν ότι γνωρίζουν και δεν έχει ελλείψεις ο νους τους δίνουν πολλές σίγουρες απαντήσεις.

-Τελικά, Μάνη, αποκλείεται να μάθουμε την αλήθεια γι αυτό τον κόσμο;

-Με βάση αυτά που διδάσκει η φύση τον άνθρωπο και τον σοφότερο άνθρωπο ακόμη, όχι ,Θάλεια . κατηγορηματικά όχι!

-Μα, Μάνη, αυτό είναι τραγικό που λες!

-Θάλεια, είπα με αυτά που μας διδάσκει η φύση με πραγματικά δείγματα ζωής και τα αισθανόμαστε  καθώς προχωράμε στη ζωή και μεγαλώνουμε και γινόμαστε όλο και διαφορετικοί στη μορφή, στη γνώση.

-Ε! Τι άλλο μένει να μας διδάξει η φύση  και να το βιώσουμε για να καταλάβουμε, Μάνη;

Ένα ίσως, Θάλεια, εκείνο το αινιγματικό που δεν μπόρεσε να βιώσει κανένας άνθρωπος όσες φόρες και να του το δίδαξε η δασκάλα η φύση με παραδείγματα.

Ποιο επιτελούς, είναι αυτό, Μάνη, που δεν έχει βιώσει κανένας άνθρωπος και που ίσως να μάθαινε από αυτό κάτι περισσότερο;

Αυτό που λέει ότι βίωσε ο Ψεύτης ο Ήρ!!.

-Γιατί είναι ψεύτης ο Ήρ, Μάνη;

-Αναγκάζουμε να τον πω έτσι, γιατί η φύση ποτέ δεν μας έδειξε κάτι να πεθαίνει δύο φορές!!.

-Λες όταν βιώσουμε και αυτό θα καταλάβουμε τον κόσμο καλύτερα;

-Ίσως, ίσως, λέω, Θάλεια!

-Και αν ίσως  κατανοήσουμε, Μάνη και ρωτήσουμε τότε τη φύση γιατί τέτοιο μακελειό στη θάλασσα με το ένα ψάρι να τρώει το άλλο. τι θα μας απαντούσε;

-Μιλάς σαν άνθρωπος, Θάλεια και είπαμε ότι εμάς μας έχει παραπλανήσει η φύση και γι αυτό ίσως πονούμε γι αυτό που δίνει ζωή στην ίδια τη φύση.

-Τι δίνει ζωή στη φύση;

-Η ανελέητη σφαγή γύρο μας!

 

-Μάνη, είπε η Θάλεια, αλλά ο Μανής την διέκοψε.

-Καλή μου Θάλεια, μου υποσχεθήκατε ότι θα ακούσετε φρέσκα νέα ταιριαστά με το Διογένη και εσείς με παρασύρατε να κατακρίνω τον Πλάτωνα που τον υπεραγαπώ.

-Μας συμπαθάς, Μάνη, είπε ο κορίνθιος φίλος μας που κατάλαβε ότι στενοχωρήθηκε ο Μάνης που επέκρινε τον πλάτωνα

-Τι φρέσκα νέα έχει και είναι ταιριαστά με το Διογένη τον ρώτησε κάποιος από μας.

-Πολλά που μου λέει τα βράδια!!

-Στον ύπνο σου ,Μάνη , φαντάζομαι.

-Όχι. Τις νύχτες πάω εκεί που είχε το πιθάρι του ό Διογένης τον βρίσκω και τα λέμε!!!!

-Γελάσαμε και ο Μάνης είπε.

-Τους μύθους του Πλάτωνα και τόσα άλλα θαύματα τα πιστεύεται μα τώρα γελάτε μαζί μου είπε ο Μάνης σοβαρά. αλλά προφανώς αστειευόμενος.

Κάτι πήγε να πει κάποιος αλλά ο Μάνης έφυγε βιαστικά και επέστρεψε πάλι βιαστικά με μια κανάτα κρασί. Έριξε σε όλων τα ποτήρια με αργές κινήσεις σαν σε ιεροτελεστία και σκεπτικός, σαν να έψαχνε να βρει με ποια ιστορία να αρχίσει

-Πιστεύω να σας αρέσουν οι αθυροστομίες του Διογένη;

-Χωρίς αυτές θα είναι ανάλατος ο λόγος του Διογένη του είπαμε. .

-Τούτα που θα πω θα γαργαλήσουν, είπε με λίγη επιφύλαξη.

-Να ακούσουμε τι σου λέει τα βραδιά ο Διογένης είπαν, μερικοί ενθαρρύνοντάς τον να μην διστάζει και να αρχίσει.

Ήταν όλοι περίεργοι να ακούσουν τις φανταστικές ιστορίες που πλάθει ο Μάνης, ο σύγχρονος οπαδός του Διογένη.

 

Ο Μάνης στάθηκε λίγο και αφού έγινε ησυχία τέτοια που και οι ανάσες μας ακουγόταν  είπε:

-Ακούστε μια ωραία φανταστική ιστορία, ή μια φανταστικά ωραία ιστορία.

Ο Διογένης, φίλοι μου, μου είπε, μια βραδιά, ότι η Κόρινθος παλιά κρατούσε τους δύο κόλπους της ανέγγιχτους, πριν γίνει η διάτρηση!

Όλοι σιγογελάσαμε.

Σκέφτηκαν και τότε οι παλιοί μηχανικοί να κάνουν διάτρηση του ισθμού της, μα αντέδρασαν οι κορίνθιοι

-Βρέστε άλλο τρόπο να περνούν τα καράβια είπαν. Διάτρηση η Κόρινθος δεν δέχεται!

Ήταν σεμνή η Κόρινθος τότε!

Πάλι γέλια!!

Τελικά τους πρότειναν να μη γίνει διάτρηση που τόσο τους ενοχλούσε η λέξη αλλά να γίνει ο δίολκος, λέξη τίμια και γένος αρσενικού δεν θα προσβάλει καθόλου την Κόρινθο. Το δέχτηκαν οι κορίνθιοι και έφτιαξαν το γνωστό αυλάκι που περνούσαν τα καράβια.

Ακούστηκαν γέλια δυνατά από όλους

Οι σύγχρονοι έλληνες, μανούλες στη λεξιπλασία, το έλυσαν το θέμα οριστικά και τίμια. Ονόμασαν την διάτρηση του Ισθμού Διώρυγα και δεν ενοχλήθηκε κάνεις.

Τώρα το μπες – βγες των καραβιών ανάμεσα στους κόλπους της Κορίνθου είναι ελεύθερο και αγοραίο! Όλοι αισθάνονται υπερηφάνεια! .

Γελάσαμε και ο Μάνης συνέχισε.

Στα χρόνια του Διογένη τα καράβια από τη μια θάλασσα στην άλλη περνούσαν σερνόμενα πάνω στον αυλακωτό βαθύ δρόμο, το δίολκο που λέγαμε.

-Το γνωρίζετε αυτό; ρώτησε ο Μάνης.

-Βέβαια ,Μάνη, όλοι τα γνωρίζουν αυτά!!

-Ασφαλώς, όμως, δεν θα γνωρίζετε, ποιος έσερνε τα πλοία από κόλπο σε κόλπο;

-Ασφαλώς και το γνωρίζουμε είπαν κάποιοι !

-Τότε θα εκπλαγείτε αν μάθετε ποιος δεν το γνώριζε!

-Κάποιος άσχετος «βουνίσιος» είπε κάποιος

-Όχι! Θα το μάθετε τώρα από τον Διογένη.

-Εκεί κοντά στο δίολκο συνήθιζε να βάζει το πιθάρι του, όπως μου έλεγε ο Διογένης. Του άρεσε εκεί γιατί αστεϊζόταν με τους ναυτικούς, τους περιέπαιζε και εκείνοι τον ελεούσαν και τον ζήλευαν. Περνούσε μαζί τους  μια χαρά.

Κάποια μέρα μια ιέρεια της θεάς Αφροδίτης, Πηρώ την έλεγαν και ήταν αδελφή του Νέστωρα ήρθε να συναντήσει τον Διογένη

-Μα τί σχέση έχει ο Νέστωρας και η αδερφή του που έζησαν χίλια χρόνια πριν από το Διογένη τον διέκοψε η Θάλεια η αρχαιολόγος;

-Θάλεια, θα θυμίσω σε όλους σας ότι το είπα από την αρχή ότι είναι μια φανταστική ιστορία που θα ταίριαζε στο Διογένη.

-Ξεχάστηκα είπε η Θάλεια γελώντας, συνέχισε!

-Αυτή λοιπόν η ιέρεια της θεάς Αφροδίτης η Πηρώ πήγε να δει τον δίολκο και να μάθει τι είναι εκείνο που σέρνει τα καράβια στην στεριά από τη μια θάλασσα στην άλλη.

Ήταν πεντάμορφη η Πηρώ, φτυστή  η Λαΐδα, αλλά τούτη ήταν και αγία, πώς αλλιώς, αφού, ήταν ιέρεια στον Ναό της Αφροδίτης, που ήταν εδώ κοντά μας στο λιμάνι και οι ιέρειες της Αφροδίτης ήταν διαλεγμένες μια- μια, σωστές θεές ομορφιάς.

Η Πηρώ ήρθε δίπλα στο πιθάρι του Διογένη και με κόσμιο νάζι και ύφος ωραίας, τον ρώτησε.

 

-Διογένη μου, μου λες σε παρακαλώ, τι σέρνει τα καράβια από το έναν κόλπο στον άλλο;

Ο Διογένης σάστισε σαν την είδε και άκουσε να μιλά για κόλπους και σουρσίματα. Δεν έδωσε, καν, σημασία σε αυτά που του έλεγε. Τα μάτια του είχαν χωθεί στα πτυχές της φαρδιάς φούστας της να μαντέψει το περίγραμμα των μηρών της καθώς φύσαγε ο αέρας  και ίσιωναν οι πτυχές της που και που.

-Διογένη μου, μου λες σε παρακαλώ, είπε πάλι η Πηρώ, σαν τον είδε τόσα αφηρημένο, τι σέρνει τα καράβια από τον έναν κόλπο στον άλλο;

-Έμενα ρωτάς, της είπε ο Διογένης. αφού συνήλκε από την χαώδη αναπόληση του;

-Εσένα Διογένη!

-Δεν το γνωρίζεις, Πηρώ μου, νια, εσύ, γυναίκα!

Ο Διογένης πρόφερε τη λέξη «νια» πολύ κοντά στο «Πηρώ μου», αλλά η Πηρώ δεν το κατάλαβε και του είπε.

-Όχι δεν το γνωρίζω, Διογένη μου, νια είμαι, πολύ, όπως το είπες!

Και το πειραχτήρι ο Διογένης της απάντησε:

-Θέλεις να σου το πω στη γλώσσα του λιμανιού ή να το πω «κυριλέ», όπως το λένε σε μια κυρία»

-Να το πεις όπως αρμόζει να το λένε σε μια ιέρεια, είπε η Πηρώ!

-Δεν ξέρω στα ιερά βιβλία πως το λένε, αλλά θα μπορούσα να στο πω στα ποντιακά της είπε

-Α! Βέβαια, είπε γελώντας η Πηρώ, σαν Πόντιος και …Σινωπεύς που είσαι, λέγε το έτσι!

«Το πανί σέρνει καράβιν» Πηρώ μου, αγία μου, νια και ωραία, δεν το ξέρεις!

-Πιο  πανί ρώτησε η Πηρώ όλο απορία!

-Το μεταξωτό σαν το δικό σου της είπε.

-Μα εγώ δεν έχω μεταξωτό πανί Διογένη!

-Έλεος, βρε  Πηρώ, αν δεν είναι μεταξωτό το δικό σου, τότε τα άλλα όλα θα είναι ,από λινάρι!

-Δεν με πιστεύεις, αλήθεια σου λέω! Είπε με ειλικρινή αφέλεια η Πηρώ.

-Αν σε ψάξω ίσως πειστώ! της είπε με προκλητικό χαμόγελο και τρόπο φανερά πονηρό.

Τότε μόνο κατάλαβε η καημένη η Πηρώ, η πεντάμορφη ότι ο Διογένης το πάει …στο «πονηρόν». «Πανί» εννοεί άλλο «πράμα».

Τόλμησε ο σκυλόσοφος σκέφτηκε η Πηρώ, έστω και λεκτική παρενόχληση σε μένα; Τόλμησε, έστω, να φλερτάρει ο άδραχμος έμενα την ιέρεια!

-Διογένη είσαι αγενής!

-Πηρώ μου, ιέρεια εσύ του ναού, της είπε ο Διογένης, λέγε μου πρέπει να πιστεύουμε χωρίς να ψάχνουμε αν μας λέει κάποιος αλήθεια;

-Ναι, είπε η Πηρώ όλο θυμό! Ό,τι μας λένε κάτι οι έντιμοι άνθρωποι να τους πιστεύουμε,!

-Δηλαδή, Πηρώ μου, όταν ο Παύλος, ο απόστολος, ο Οβριός ντε, αυτός ο έντιμος άνθρωπος, όταν…, λέμε , όταν…, θα έρθει εδώ στην Κόρινθο, δίπλα στο ναό σου, σε λίγα χρόνια και θα μας μιλάει για την αγάπη, ενός άλλου θεού, αυτόν να τον πιστέψουμε χωρίς να ψάχνουμε, αν λέει αλήθεια;

Άφωνη η  Πηρώ.

Να τον πιστέψουμε, Πηρώ μου, χωρίς να ψάξουμε; Επανέλαβε ο Διογένης,

Άφωνη πάλι η Πηρώ!

-Λοιπόν, ιέρεια μου Πηρώ;

-Να ψάχνετε! , είπε έντρομη η Πηρώ η πιστή αγία γυναίκα, η ιέρεια!

-Είδες, Πηρώ μου , ότι για χάρη της αλήθεια σε θέλω γυμνή!

-Άει σιχτίρ, σκύλο-φιλόσοφε, που θα γυμνωθώ εγώ για να δεις εσύ!!!!

-Γιατί όλες οι πουτάνες δεν γυμνώνονται!

-Πουτάνα είμαι εγώ, βρε βλάσφημε; είπε η Πηρώ κοκκινίζοντας από ντροπή.

-Τι άλλο είσαι;

-Ιέρεια, βρε αγράμματε, πουτάνες είναι οι εταίρες!

-Και τι με αυτό; Την ίδια, ακριβώς, δουλειά δεν κάνετε;

-Και όσοι σκοτώνουν, την ίδια δουλειά κάνουν, φονιάδες τους λέμε;;

-Φονιάδες , πώς αλλιώς;

-Τον Αχιλλέα που σκότωσε τόσους στην Τροία φονιά τον λέμε ή ήρωα, βρε αναρχικέ, μηδενιστή;

-Μα ο Αχιλλέας το έκανε από χρέος ιερό προς την πατρίδα!

-Και εγώ από χρέος ιερό δεν το κάνω, βρε άθεε, προς την θρησκεία!

-Εσύ κάνεις το χρέος σου, αλλά χρεώνεις τους πιστούς

-Θα σε καταγγείλω στα πολιτικά δικαστήρια για ασέβεια, ρε αναρχικέ.

-Γιατί ;

-Δεν ξέρεις, ρε άθεε, ότι τα λεφτά που παίρνω τα παίρνουν οι ιερείς για το ναό!

Όταν ή Πηρώ. το γύρισε στα πολιτικά ό Διογένης θυμήθηκε τι έκαναν στον Σωκράτη οι αθηναίοι όταν τον είπαν άθεο και είπε, κάπως μαλακά, τώρα!

-Πηρώ μου, τόπο στην αργή, έτσι είναι η μιλιά μου, αθυρόστομη, το ξέρουν όλοι, να με συμπαθάς!

-Δεν σε καταγγέλλω βρε θεομπαίχτη, Να συγχωράς το μυαλό σου, που αξίζει όσο όλη η Κόρινθος, ανάθεμά σε !

Ο Διογένης χάρηκε, γέλασε λίγο, πήρε θάρρος και της είπε.

-Ε τότε δεν είναι κρίμα, Πηρώ μου, να μην ξέρει το μυαλό μου αυτό που ξέρει όλη η Κόρινθος!

-Πιο είναι αυτό, μωρέ, του είπε χαμογελώντας, η Πηρώ, γλυκά, γυρίζοντας προς τον Διογένη, όλο χάρη, που το ξέρει όλη η Κόρινθος και δεν το ξέρεις εσύ!!!.

-Ο Διογένης δίσταζε λίγο και μετά είπε.

-Είναι αλήθεια, όπως λεν όσοι το είδαν, ότι είναι μεταξωτό το ….δικό σου;

Γύρισε ή Πηρώ τον κοίταξε κατάματα, με συμπόνια και θαυμασμό, μετά γύρισε τη ματιά της γύρω-γύρω να δει μην την ακούει κανείς και του λέει:

-Ολομέταξο, Διογένη, σουά σοβάζ .Άγριο μετάξι!

-Σουτ, βρε σαΐτομού……..

Η Πηρώ κατάλαβε τι θα πει και του έβαλε το χέρι της στο στόμα και η τελευταία συλλαβή δεν ακούστηκε καν.

-Διογένη, τι λέγαμε τόση ώρα; Τον ρώτησε τάχα θυμωμένη η Πηρώ

-Είμαι «αδυνάτου χαρακτήρος» Πηρώ μου είπε ο Διογένης με γουρλωμένα μάτια!

-Δεν λένε τέτοιες λέξης σε μια ιέρεια;

-Πηρώ μου τη λέξη που είπα όπως η λέξη Αιδηψός δεν είναι χυδαίες έτσι μιλούν οι Έλληνες!

Η Αιδηψός τι σχέση έχει με μένα, Διογένη:

Έτσι δεν λένε όταν σε…. ψαχουλεύουν!

Αχ βρε Διογένη! Αχ βρε Διογένη! Είπε δυο φόρες η Πηρώ. Είσαι η αφτιασίδωτη Ελλάδα

Η αληθινή Ελλάδα

Η Πηρώ μετά τις ακριβόλογες αθυροστομίες του Διογένη έφυγε γελώντας και ο Διογένης καθώς την κοίταζε που έφευγε, και αντιφέγγιζε το φως του ήλιου τον ίσκιο του σώματος της μέσα από τα λεπτά φορέματά της, είδε ότι δεν έσμιγαν τα πόδια της στο ύψος των γονάτων. Και φαντάστηκε και άλλα πολλά και θυμήθηκε τότε λίγους στίχους του Ομήρου: ( Ιλιάδα Γ 156-158)

Και άρχισε να τους απαγγέλλει δυνατά έτσι που να τους ακούσει η Πηρώ.

Οι Τρώες όχι άδικα και οι αχαιοί οι λεβέντες

Χρόνια μαζί πονούσανε για μια τέτοια γυναίκα

Δοξάστε την ,με  αθάνατη θεά στην όψη μοιάζει

 οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς

τοιδ μφ  γυναικ πολν χρόνον λγεα 

 αἰνῶς ἀθανάτῃσι  θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν

(μετάφραση του συγγραφέα) ·

Συγκινήθηκε η Πηρώ, δάκρυσε όταν άκουσε τα λόγια αυτά. Είχε ακούσει λόγια και λόγια από τους άντρες επισκέπτες του χαμαιτυπείου του Ναού, αλλά ήταν λόγια κούφια φλυαρίες του αγοραίου έρωτα. Τούτα τα λόγια του Ομήρου που της  είπε ο Διογένης λύγισαν την ωραία γυναίκα την Πηρώ,! Τα άκουσε σαν ύμνο μα και σαν παρακάλια τα λόγια του Διογένη.

Και καθώς ήταν ιέρεια, αφοσιωμένη στην υπηρεσία των θεών,. σεβάσμια κόρη του Αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Είχε αρχές. είχε τρόπους είχε ευγένεια. Είχε όλα τα υγιή πρότυπα των ελλήνων μέσα της! Στάθηκε. Σκούπισε το δάκρυ της και γυρνώντας προς τον Διογένη του είπε

-Έλα Διογένη αύριο στο ναό να προσκυνήσεις σαν καλεσμένος μου.

-Ευχαριστώ Πηρώ, ο λόγος σου μου αρκεί!!!

-Μα γιατί, εγώ σε καλώ δεν θα πληρώσεις.

-Δεν με εμποδίζει αυτό Πηρώ!

-Αλλά ποιο;.

-Είδα το δάκρυ σου τώρα! Τι καλύτερο από αυτό έχει να πάρει ένας άντρας από μια γυναίκα!!

Η Πηρώ κατέβασε το κεφάλι της ενώ τα μάτια της βούρκωσαν και τα σκούπιζε για να προχωρά!!

Ένας άντρας μπήκε μέσα της από την καρδιά της και ένοιωσε τον ουράνιο έρωτα.

Τον έρωτα που δεν έρχεται παρακαλώντας να τον δεχτείς, αλλά‘ έρχεται μόνο σαν  καλεσμένος!.

Τον έρωτα που στα αρκαδικά νυχτέρια η Διοτίμα περιέγραφε στον Σωκράτη.!!!!

 

Χειροκροτήσαμε όλοι άφωνη !!

 

Ο Μάνης κατάλαβε ότι μας άρεσε η ιστορία του και πιο θαρρετά και ορεξάτος συνέχισε. -Ο Διογένης ζούσε απλά και λιτά και περιφρονούσε πολύ τον πλούτο, τη δόξα την ομορφιά, τους τίτλους και την απληστία των ανθρώπων. Ζούσε από την ζητιανιά και την ελεημοσύνη των ανθρώπων.

Τέτοιος ήταν ο τρόπος ζωής του Διογένη. Άλλοτε ,έπαιζε, με τα όμορφα ευφυολογήματά του, πυρπολώντας τα περιττά και άλλοτε έψαχνε με το φανάρι του, να βρει τα άψογα ωραία. Αλλά πάντα χαλαρά! Πολύ χαλαρά!!!  Όχι από νωχέλεια αλλά από θεοποίηση της ανθρώπινης ταπεινότητας που στέκει παγερά περιφρονητικά μπρος στα υμνολόγια των ανόητων, και τις συμπεριφορές της ύβρης!

 

Είπα φανάρι και θυμήθηκα ότι πρέπει να σας πω και μια άλλη ιστορία σχετική με το φανάρι του Διογένη Την αφιερώνω  «τιμής ένεκεν» σε σας είπε ο Μάνης, και σας εύχομαι πάντα να ψάχνετε με αγωνία να βρείτε ανθρώπους να σκέφτονται σωστά για πράγματα ουσίας!!!!

Σε ευχαριστούμε. είπαμε και ο Μάνης συνέχισε.

Ο δίολκος,  το αυλάκι που λέγαμε, προηγουμένως, σε ένα σημείο ήταν βαθύ και εκεί υπήρχε μια ξύλινη αερογέφυρα και ένωνε της δύο απέναντι όχθες του. Εκεί κοντά στη γέφυρα είχε τοποθετήσει και το πιθάρι του ο Διογένης.

Ένα καλοκαιρινό βράδυ, λοιπόν, σχεδόν μεσάνυχτα, ο Διογένης ήταν βυθισμένος σε στοχασμούς και θαύμαζε στην αστροθάλασσα του ουρανού τη λυμένη κόμη της ωραίας Βερενίκης, που έστελνε 43 αμυδρά χαμόγελα στο άστρο του βορά. Έδειχνε φανερά ερωτευμένος ο πολικός της μικρής άρκτου καθώς ικέτευε ακίνητος την Βερενίκη. Τότε έφτασαν βιαστικοί κάποιοι νεαροί στην αερογέφυρα και ζήτησαν από το φιλόσοφο να τους δώσει το φανάρι του, για να περάσουν απέναντι.

Αυτός χωρίς να δώσει απάντηση και ενοχλημένος για τη διακοπή των ηδέων ουράνιων μηνυμάτων που αντάλλασαν τα άστρα έκανε μια αινιγματική ερώτηση!!!!!!

-Από Πού; Πως; Με Τι; και για Πού; τους ρώτησε!

Οι νεαροί, κατ αρχάς, ξαφνιάστηκαν. Οι ασύνδετες λέξεις τους θύμισαν μερικούς ανθρώπους που θέλουν να περνιούνται φιλόσοφοι και μιλούν αινιγματικά. Δεν λένε ,δηλαδή, τα σπουδαία που σκέφτονται με απλά λόγια, αλλά τα απλά τα λένε δυσνόητα, για να φαίνονται σπουδαία.

Αλλά πάλι τούτος, σκέφτηκαν, είναι αληθινός φιλόσοφος! Μιλά με γρίφους που έχουν βαθύ και κρυφό νόημα, αλλά, πάντα, κυριολεκτεί!

 

Τελικά, κατάλαβαν τι εννοούσε και του απάντησαν

-Ερχόμαστε από την Ερέτρια

-Μας λένε Θουκυδίδη, Διομήδη, Κλεισθένη και Ευπαλίνο.

-Ασχολούμαστε με τον αθλητισμό. Είμαστε αθλητές ο πρώτος στο Στάδιο ο δεύτερος στο Δόλιχο  ο τρίτος στο Τέθριππο και  ο τέταρτος στο Παγκράτιο.

-Πηγαίνουμε στην Ολυμπία για να αγωνιστούμε στους 108ους  ολυμπιακούς αγώνες!

Όταν άκουσε Ολυμπία και αγώνες ο φιλόσοφος πήρε «ανάποδες» και άρχισε να μηχανεύεται τρόπο για να τους φέρει εμπόδια. Προφανώς δεν συμπαθούσε τον αθλητισμό.

-Το φανάρι μου, παιδιά, το δίνω μόνο σε ανθρώπους που προσπαθούν και κοπιάζουν για τα ωραία πράγματα, αν είστε τέτοιοι πρέπει να το αποδείξετε.

-Τι; Το γύμνασμα του σώματος δεν είναι ωραίο και σπουδαίο πράγμα, τον ρώτησαν τα παιδιά.

-Μόνο σαν γυμνάζεται και το μυαλό σας

-Αυτό είναι αυτονόητο φιλόσοφέ μας ,νους υγιής εν σώματι ……..

-Αποδείξεις θέλω, τους είπε διακόπτοντάς τους.

-Τι αποδείξεις μας ζητάς, ρώτησαν τα παιδιά;

-Είναι απλό, τους είπε, αρκεί να μου πείτε τι σημαίνουν τα ονόματα σας, τα αγωνίσματά σας, η πόλη σας και το νησί σας!!!!!

Το λόγο πήρε πρώτος ο Θουκυδίδης και είπε βιαστικά για να ξεμπερδεύει με τον ιδιόρρυθμο αυτόν άνθρωπο:

-Το όνομα μου είναι σύνθετο από τις λέξεις θεός και κύδος που σημαίνει δόξα  .  Αγωνίζομαι στο αγώνισμα ταχύτητας που λέγεται Στάδιο. Είναι δρόμος μήκους 184,87 μέτρων όσο ακριβώς το μήκος ενός σταδίου.

-Το δικό μου όνομα, είπε ο Διομήδης, είναι σύνθετο από τις λέξεις Δίας, (ο γνωστός θεός) και Μήδος που σημαίνει σκέψη. Αγωνίζομαι στο  δόλιχο, δρόμο μεγάλων αποστάσεων 12 σταδίων. Λέγεται δόλιχος γιατί δολιχοδρομεί ,πηγαινοέρχεται, πάνω κάτω στο στάδιο.

-Το όνομά μου, είπε ο Κλεισθένης, είναι σύνθετο από το Κλέος που σημαίνει φήμη της δόξας και Σθένος που σημαίνει δύναμη. Αγωνίζομαι με άρμα που το σέρνουν τέσσερα άλογα, γι αυτό λέγεται τέθριππο.

Τέλος ο Ευπαλίνος είπε:

-Το όνομά μου σημαίνει καλός παλαιστής είναι σύνθετο από το ευ που σημαίνει καλό και την πάλη. Αγωνίζομαι στο Παγκράτιο που  σημαίνει Πανίσχυρο και συνδυάζει πάλη και πυγμαχία.

-Τέλος, η Ερέτρια η πόλη μας λέγεται έτσι γιατί βγάζει ερέτες, δηλαδή κωπηλάτες και Εύβοια το νησί μας σημαίνει χώρα που τρέφει καλά βόδια, συμπλήρωσε ο Κλεισθένης.

-Τρέφει βόδια, λοιπόν, η Εύβοια ψιθύρισε ο φιλόσοφος, κοιτάζοντας έναν-έναν τους νεαρούς!

-Και βόδια, συμπλήρωσε ο Κλεισθένης που κατάλαβε το φαρμακερό υπαινιγμό του!

Ο φιλόσοφος έμεινε με το στόμα ανοιχτό. Είχε ακούσει «το νους υγιής εν σώματι υγιεί» αλλά δεν το πίστευε , νόμιζε ότι οι αθλητές νοιάζονται μόνο για το σώμα  τους.

Τώρα ήθελε να δοκιμάσει ακόμη λίγο την ευφυΐα τους.

-Ποιος μεγάλος φιλόσοφος πέθανε φέτος; Τους ρώτησε.

-Ο Πλάτωνας είπαν όλοι με μια φωνή.( Το 348 προ χριστού)

Ενθουσιάστηκε ο Διογένης!!!!!!!!

-Πάρτε το φανάρι μου τους είπε και περάστε απέναντι, αλλά δώστε πολύ προσοχή σε ό,τι θα σας ρωτήσω και σε ό,τι θα σας πω!

-Ρώτησέ μας και λέγε μας, είπαν τα παιδιά!

-Μπορείτε να μου πείτε πόσο γρήγορα μπορεί  να περάσει καθένας σας την παλιά τούτη αερογέφυρα, ρώτησε τους αθλητές;

Ο Θουκυδίδης, ο ταχύς, είπε :

-Εγώ την περνώ σε ένα λεπτό.

Ο Διομήδης, των μεγάλων αποστάσεων, είπε

-Εγώ την περνώ σε δύο λεπτά.

Ο Ευπαλίνος, ο πολύ εύσωμος παλαιστής, είπε :

-Εγώ την περνώ σε δέκα λεπτά.

Ο Κλεισθένης, ο αρματοδρόμος, είπε :

-Εγώ την περνώ σε λιγότερο χρόνο από τον

Ο Διογένης δεν άκουσε καλά το όνομα που είπε ο Κλεισθένης, Αναρωτήθηκε αν είπε σε λιγότερε χρόνο  από τον Θουκυδίδη ή από τον Διομήδη ή από τον Ευπαλίνο. Ντράπηκε να ρωτήσει μην τον χαρακτηρίζουν κουφό .Κουφός και από τη Σινώπη δεν συμβαδίζουν, αφού αυτοί εκεί ακούν τον ήχο του κάλπικου νομίσματος από στάδια μακριά. Δεν ρώτησε ξανά τον Κλεισθένη ο Διογένης αλλά προβληματίστηκε.

-Πολύ καλά, τους είπε, λοιπόν, ακούστε καλά και πολύ προσεκτικά Εγώ, όπως ξέρετε και ξέρει όλη η Ελλάδα, είμαι πένης και ανέστιος ήγουν, τουτέστιν, δηλαδή με άλλα λόγια  άπορος και άστεγος. Το λάδι που έχει το φανάρι μου είναι ελάχιστο, φτάνει να σας φωτίζει μόνο λίγα λεπτά. Αν κάνετε την καλύτερη δυνατή οικονομία, ότε θα σας φτάσει να περάσετε όλοι απέναντι

Μόνο λίγα λεπτά; είπαν τα παιδιά;

-Να έχετε όλοι μεγάλα αυτιά και μικρό στόμα τους, είπε ο Διογένης, ακούστε με πρώτα!

-Στη γέφυρα που θέλετε να περάσετε, όπως ξέρετε, δεν μπορούν να βαδίσουν περισσότερα από δύο άτομα.

-Πάνω στη γέφυρα όταν βαδίζετε δύο μαζί, κρατώντας το φανάρι, που θα σας φωτίζει να περάσετε, πρέπει ο πιο γρήγορος να βαδίζει, αναγκαστικά, με το ρυθμό του πιο αργού.

Ένας από σας θα ξαναφέρει το φανάρι πίσω για να περάσετε όλοι σιγά –σιγά και προσεκτικά

Εγώ έχω νυκτοφοβία είπε ο Κλεισθένης, μόνος μου δεν μπορώ να βαδίζω τη νύχτα! . Άλλο και τούτο, είπε ο Διογένης. Άκου νυκτοφοβία ο άλκιμος άνδρας!

-Πιστεύω ότι καταλάβατε τώρα που  έχετε και το πρόβλημα του Κλεισθένη. τι πρέπει να κάνετε, για να περάσετε απέναντι.

-Καταλάβαμε είπαν τα παιδιά, αλλά νομίζουμε ότι το λάδι είναι λίγο δεν φτάνει;

-«Ουκ εν τω πολλώ το ευ». τους είπε.

-Προσπαθήστε! Αλλά να θυμάστε πόσα λεπτά κάνει να περάσει ο καθένας σας και ότι πρέπει να περνάτε δύο- δύο την αερογέφυρα και κάποιος να ξαναφέρει το φανάρι πίσω, αλλά όχι ο Κλεισθένης ο νυκτοφοβικός. Έτσι θα περάσετε σιγά σιγά όλοι απέναντι !!!!

Κατάλαβαν τα παιδιά και άρχισαν τους υπολογισμούς.

-Θα ξεκινήσω εγώ λέει ο Ευπαλίνος με τον Κλεισθένη. Μα τι λες, ώσπου να πάνε οι δυο σας, χρειάζονται δέκα λεπτά και να επιστέψεις εσύ πίσω αναγκαστικά θέλετε πολλά λεπτά.!

Όλοι τους είναι σε αμηχανία!

-Διογένη, ρώτησαν τα παιδιά, υπάρχει λύση;

-Εξαρτάται τους απάντησε ο Διογένης, με λάθη πολλές, σωστή μία και έπεσε για ύπνο ο ευτυχής φτωχός φιλόσοφος!!!!

Τα παιδιά άρχισαν να σκέφτονται λύσεις και να τις δοκιμάζουν με το νου τους.  Αγωνίστηκαν πολλές ώρες αλλά, τελικά, βρήκαν τη λύση και πέρασαν !!!!!!!!!!

Το πρωί ο Διογένης πέρασε απέναντι και βρήκε ένα σημείωμα, δίπλα στο φανάρι του, που έγραφε:

-Περάσαμε απέναντι με το φως του νου και του φαναριού.

Σε ένδειξη ευχαριστίας σου αφήνουμε μερικές ακέραιες δραχμές τόσες όσα ήταν και τα λεπτά που έκαιγε για μας το φανάρι σου!!!

Ο Διογένης, χαμογέλασε. Μέτρησε τις δραχμές και είπε ψιθυριστά: Εύγε τους, έκαναν τον ελάχιστο δυνατό χρόνο έχουν  υγεία και νου. Πάντα τον γοήτευε το φως του νου!!!

Εντυπωσιάστηκε πολύ ο Διογένης. Υπάρχει ελπίδα ψιθύρισε! Ήταν υπερήφανος που έλυσαν το δύσκολο πρόβλημα που τους έβαλε.

Αυτά τα νέα για σήμερα τελειώσαμε είπε ο Μάνης!

Τον ευχαριστήσαμε και ζητήσαμε το λογαριασμό

Έκλεισε τα μάτια ο Μάνης, σήκωσε ψηλά το κεφάλι και έκανε το λογαριασμό. Σιγοψιθυρίζοντας: Η μερίδα ο βακαλάος κάνει τόσες δραχμές το ψητό ψωμί τόσο το κρασί το κερνώ εγώ, σύνολο τόσο. Τι σύμπτωση ρε παιδιά φώναξε ο Μάνης κάθε ένας από σας πρέπει να πληρώσει τόση χρήματα όσα και τα χρήματα που άφησαν τα παιδιά στον Διογένη! Τι σύμπτωση!

Μέτρησέ μας, Μάνη, κάνε τον πολλαπλασιασμό και λέγε μας πόσα να πληρώσουμε, είπε η Θάλεια.

Μας μέτρησε όλους και έκανε τον πολλαπλασιασμό και είπε: Όλη η παρέα θα πληρώσει 187 δραχμές.

-Μάνη, μας μέτρησες σωστά είπε η Θάλεια αστειευόμενη ;

-Πολύ καλά, Θάλεια! Εσύ μπορείς να μου πεις πόση είσαστε χωρίς να μετρηθείτε αλλά με βάση το λογαριασμό που πληρώσατε. Αφού πρώτα υπολογίσετε με πολύ προσοχή πόσα χρήματα άφησαν στο Διογένη τα παιδιά;

Θα προσπαθήσω ,Μάνη, σου το υπόσχομαι απάντησε η Θάλεια.

Όταν πληρώσαμε και σηκωθήκαμε να φύγουμε ο Μάνης γύρισε στο φίλο από την Κόρινθο και του είπε: Σταϊκοπουλε,  αν θα μένουν οι φίλοι σου μέχρι το Σάββατο ελάτε εδώ θα διαβάσω και φέτος όπως κάθε καλοκαίρι τα ποιήματά μου. Προσφέρω το μενού στη μισή τιμή και τα ποτά δωρεάν

Γράφεις και ποιήματα Μάνη;

Ελάχιστα όσα πρέπει να γράφουν όλοι οι καλοί ποιητές!

Μα υπάρχουν καλοί ποιητές που έχουν γράψει πάρα πολλά ποιήματα

Πολλά ναι! Καλά δεν είναι

Μάνη πάλι επιτίθεσαι στους ποιητές

Αυτοί με προκαλούν με την αλαζονεία τους. Γράφουν σαν να είναι οι μοναδικοί ποιητές, αλλά δεν είναι.

Μάνη, λες βαριές κουβέντες  για τους ποιητές!

Δεν θα σου απαντήσω τώρα, αν έλθετε μεθαύριο το Σάββατο θα ακούσετε τις απαντήσεις μου .

Αυτά είπε και βιαστικά μας καληνύχτισε και έφυγε να κάνει το λογαριασμό στο διπλανό τραπέζι.

Σχολιάστε